Ο μεταφραστής του χτες και του σήμερα

Κωνσταντίνα Τριανταφυλλοπούλου

Πώς λειτουργούσε ο μεταφραστής στο παρελθόν; Ποιες ανάγκες κάλυπταν οι μεταφραστές τους προηγούμενους αιώνες, τι μετέφραζαν, τι είδους βοηθήματα είχαν στη διάθεσή τους, ποια μεταφραστική προσέγγιση ακολουθούσαν. Ποιο είναι το προφίλ του επαγγελματία μεταφραστή σήμερα;  Πού εργάζεται, τι μεταφράζει, τι είδους ικανότητες πρέπει να έχει, μπορεί να είναι αυτοδίδακτος ή πρέπει να είναι εκπαιδευμένος; Σ’ αυτά τα ερωτήματα θα επιχειρήσω να απαντήσω στη συνέχεια.

Θα ξεκινήσω από το παρελθόν... από το μακρινό παρελθόν. Όπως είναι φυσικό, δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε ποιος ήταν ο πρώτος μεταφραστής και ποια ανάγκη κάλυψε. Εικάζουμε πως η δουλειά του θα πρέπει να ήταν προφορική, δηλαδή να ήταν διερμηνέας και όχι μεταφραστής, μιας και είναι σαφές ότι η προφορική επικοινωνία μεταξύ λαών προηγείται της γραπτής. Χάριν της παράδοσης, ας κάνουμε μια γρήγορη αναφορά στο μύθο που εξηγεί πώς δημιουργήθηκε η ανάγκη για μετάφραση.  Εννοούμε, φυσικά, το μύθο του Πύργου της Βαβέλ που περιγράφεται στη Γένεση, το πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Μετά τον Κατακλυσμό του Νώε, όλοι οι άνθρωποι της γης που μιλούσαν μία γλώσσα έφτασαν στην πεδιάδα της Σεναάρ, στη Μεσοποταμία, όπου άρχισαν να χτίζουν έναν πύργο, τον Πύργο της Βαβέλ, που θα έφτανε μέχρι τον ουρανό. Όμως εξαιτίας της βλασφημίας τους αυτής, ο Θεός αποφάσισε να προξενήσει σύγχυση ανάμεσά τους κάνοντάς τους να μιλούν διαφορετικές γλώσσες, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατον να ολοκληρώσουν τον πύργο και να διασπαρούν σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο.

Ας περάσουμε, όμως, από το μύθο στην πραγματικότητα των επόμενων αιώνων.  Οι πρώτες μεταφράσεις που γνωρίζουμε προέρχονται από τους πρώτους αιώνες της 2ης π.Χ. χιλιετίας, όταν η σουμερική αντικαταστάθηκε από την ακκαδική, τη γλώσσα όλων των σημιτικών λαών, στην οποία μεταφράστηκε μεγάλος όγκος κειμένων. Η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η σημαντικότερη βιβλιοθήκη της αρχαιότητας, φιλοξένησε τις μεταφράσεις όλων των σημαντικών κειμένων από άλλους πολιτισμούς προς τα ελληνικά, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 3ου αι. π.Χ. Οι Ρωμαίοι μετέφρασαν στα λατινικά το σύνολο των αρχαίων ελληνικών έργων και πολλοί τους αποδίδουν την πατρότητα της μετάφρασης, άποψη που διακρίνεται για την υπερβολή της αλλά και που φανερώνει την έκταση και το κύρος της μεταφραστικής δραστηριότητας. Στην Κίνα, υπάρχει μεταφραστική δραστηριότητα πολλών αιώνων, από το 2ο έως το 12ο αι. μ. Χ.: σε αυτό το διάστημα βουδιστές μοναχοί μετέφραζαν τα ιερά θρησκευτικά κείμενά τους από τα σανσκριτικά στα κινεζικά. Στη Βαγδάτη, η μεταφραστική δραστηριότητα ήταν έντονη κατά τη διάρκεια του 9ου αι. μ. Χ. με τη μετάφραση των γνωστών έργων της εποχής στα αραβικά∙ στη συνέχεια τη σκυτάλη παίρνει το Τολέδο με την περίφημη Σχολή του Τολέδου, όπου μεταφράστηκε μεγάλο μέρος των επιστημονικών έργων των προηγούμενων αιώνων από τα αραβικά και τα ελληνικά στα λατινικά και στη συνέχεια στα καστιλιάνικα, με αποτέλεσμα ο 12ος αιώνας να ανακηρυχθεί Αιώνας της Μετάφρασης. Από την εποχή της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού και έπειτα τα σημαντικότερα έργα της ανθρωπότητας μεταφράζονται στην καθομιλουμένη των νέων κρατών, ενώ τον 20ό αιώνα η μετάφραση αναδεικνύεται βασική κινητήρια δύναμη σε όλα τα επίπεδα της επικοινωνίας διεθνώς.

Όπως βλέπετε, ο μεταφραστής του παρελθόντος είναι ο άνθρωπος που μεταλαμπαδεύει τη γνώση και φέρνει σε επαφή ανθρώπους και πολιτισμούς∙ μεταφράζει κυρίως θρησκευτικά κείμενα, λογοτεχνικά και επιστημονικά έργα. Τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του είναι απλά: χαρτί και μελάνι, μια γραφομηχανή αργότερα. Βασίζεται σε γλωσσάρια –είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι τα αρχαιότερα γλωσσάρια που ανακαλύφθηκαν στη σημερινή Συρία χρονολογούνται από το 2.300 π.Χ.–, λεξικά –αρχικά χειρόγραφα (στον τομέα αυτό πρωτοστατούν οι Κινέζοι και οι Άραβες), τους τελευταίους αιώνες έντυπα– και βιβλία αναφοράς και συνήθως καταφεύγει σε βιβλιοθήκες για να κάνει την έρευνά του. Όσον αφορά τη μεταφραστική προσέγγισή του, συνήθως αποφασίζει πώς θα κινηθεί επιλέγοντας ανάμεσα στο δίπολο: πιστή ή ελεύθερη μετάφραση. Και καθώς κατά κανόνα οι μεταφραστές ανήκαν σε Σχολές και δούλευαν σε ομάδες, ακολουθούσαν την κοινή προσέγγιση που καθοριζόταν από τις ανάγκες και τις σκοπιμότητες που έπρεπε να εξυπηρετηθούν σε κάθε εποχή.

Χρονικά, ο μεταφραστής του παρελθόντος δεν απέχει πολύ από το μεταφραστή της εποχής μας: είναι ο μεταφραστής που δούλευε με αυτές τις παραμέτρους όσον αφορά τα εργαλεία, τα βοηθήματα και τη μεταφραστική προσέγγιση από τα αρχαία χρόνια μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν σταδιακά τη δεκαετία του ’90 με την εισαγωγή των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του Διαδικτύου.

Τα τελευταία 15 χρόνια, το προφίλ του μεταφραστή αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς. Κατ’ αρχάς πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι η μετάφραση αναγνωρίζεται και αναδεικνύεται ως επαγγελματικός προσανατολισμός μόλις στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Σήμερα,   ένας μεταφραστής μπορεί να είναι ελεύθερος επαγγελματίας, να εργάζεται ως εσωτερικός συνεργάτης μεταφραστικής εταιρείας ή ως υπάλληλος σε διεθνείς οργανισμούς (π.χ. ΕΕ, ΟΗΕ), τράπεζες, δημόσιες υπηρεσίες και ιδιωτικές εταιρείες. Το εύρος των τομέων στους οποίους κινείται είναι πολύ μεγαλύτερο και καλύπτει:

  • Λογοτεχνία: μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, ποίηση κ.λπ.
  • Κοινωνικές − Ανθρωπιστικές Επιστήμες: άρθρα, επιστημονικά βιβλία, λευκώματα, οδηγούς κ.λπ.
  • Επιστήμες − Τεχνολογία: βιβλία οδηγιών χρήσης, βιβλία, άρθρα, λογισμικό, ιστότοπους κ.λπ.
  • Οικονομία: βιβλία, άρθρα, λογιστικά και υπηρεσιακά έγγραφα κ.λπ.
  • Νομικά: συμβάσεις, συνθήκες, πληρεξούσια, διαθήκες κ.λπ.
  • Ευρωπαϊκή Ένωση: συμβάσεις, κοινοτικές οδηγίες, εκθέσεις κ.λπ.
  • Επίσημα έγγραφα: πιστοποιητικά, άδειες, πτυχία, διπλώματα κ.λπ.

 Ο σημερινός μεταφραστής καλείται να καλύψει περισσότερες ανάγκες και πρέπει να μπορεί να χειρίζεται ποικίλα εργαλεία. Τι ικανότητες πρέπει να έχει για να μπορεί να ανταποκριθεί;

  1. Γλωσσική ικανότητα: η ικανότητα να κατανοεί και να χρησιμοποιεί ορθά τις δύο γλώσσες μεταξύ των  οποίων κινείται.
  2. Κειμενική ικανότητα: η δυνατότητα να εντοπίζει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πρωτοτύπου, το οποίο εντάσσεται σε συγκεκριμένη κατηγορία κειμένων.
  3. Ερευνητική ικανότητα: η ικανότητα γρήγορης και αποτελεσματικής αναζήτησης των άγνωστων στοιχείων του πρωτοτύπου σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, στο Διαδίκτυο, σε παράλληλα κείμενα και σε άλλες πηγές.
  4. Ικανότητα αντίληψης συγκεκριμένου τομέα / αντικειμένου: η κατανόηση ενός γνωστικού πεδίου ή ενός συγκεκριμένου αντικειμένου μετά από τις σχετικές σπουδές, συστηματική ενασχόληση, μελέτη κ.λπ.
  5. Ικανότητα αντίληψης κοινωνικού-πολιτισμικού πλαισίου: η κατανόηση των χαρακτηριστικών στοιχείων της κοινωνίας και του πολιτισμού, όπου γεννήθηκε το κείμενο-πηγή.
  6. Ικανότητα επίλυσης προβλημάτων: η δυνατότητα ενός καλά εκπαιδευμένου ή ενός έμπειρου μεταφραστή να επιλέγει την κατάλληλη απόδοση μέσα από μια σειρά επιλογών.
  7. Ικανότητα μεταφοράς κειμένου: η γλωσσικά άρτια απόδοση των δομών και του περιεχομένου του κειμένου-πηγή στη γλώσσα-στόχο, με σκοπό να δημιουργηθεί ένα ισοδύναμο κείμενο που θα εξυπηρετεί τους ίδιους σκοπούς και θα δημιουργεί ανάλογες εντυπώσεις στον αναγνώστη.
  8. Ικανότητα χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή και ηλεκτρονικών εργαλείων: Στην εποχή μας ο μεταφραστής εξαρτάται απόλυτα από τον υπολογιστή του για πολλούς λόγους. Χρειάζεται να γνωρίζει καλή επεξεργασία κειμένου, εφόσον δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσει να παραδώσει χειρόγραφες ή απλώς δακτυλογραφημένες μεταφράσεις. Βασίζεται στα ηλεκτρονικά βοηθήματά του (λεξικά, εγκυκλοπαίδειες) για να κινείται με μεγαλύτερη ταχύτητα. Επικοινωνεί με τους συναδέλφους του και τους πελάτες του μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Κάνει γρηγορότερα και πιο αποτελεσματικά την έρευνά του στο Διαδίκτυο, το οποίο του προσφέρει και μια σειρά από άλλες δυνατότητες: π.χ. μπορεί να συμμετέχει σε φόρουμ επικοινωνίας μεταφραστών και σε υπηρεσίες επαγγελματικής δικτύωσης καθώς και να υποβάλλει οικονομικές προτάσεις ανάληψης μεταφραστικών έργων που «αναρτώνται» σε ιστότοπους-χώρους συνάντησης μεταξύ μεταφραστών και πελατών.

 

Ως γνωστικό αντικείμενο, η μετάφραση κάνει την εμφάνισή της στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και ως επί το πλείστον θεωρείται μέρος άλλων επιστημών (της γλωσσολογίας ή των ξενόγλωσσων φιλολογιών, κυρίως), οπότε εντάσσεται στο αντίστοιχο πρόγραμμα σπουδών. Σταδιακά, από τη δεκαετία του ’70 στο εξωτερικό και τη δεκαετία του ’80 στην Ελλάδα αρχίζουν να δημιουργούνται τα τμήματα Μεταφραστικών Σπουδών, στα οποία μελετάται η ιστορία, η θεωρία και η πρακτική της μετάφρασης, οι τεχνικές της και οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις, καθώς και μια σειρά από άλλα γνωστικά αντικείμενα (π.χ. δίκαιο, οικονομία κ.λπ.), τα οποία κρίνονται απαραίτητα για να είναι όσο γίνεται πληρέστερη η κατάρτιση των εκπαιδευόμενων μεταφραστών. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες υπάρχει σημαντικός αριθμός μεταπτυχιακών προγραμμάτων, ενώ ταυτόχρονα ιδρύονται ιδιωτικές σχολές, οι οποίες προσφέρουν προγράμματα εκπαίδευσης μεταφραστών που είναι μικρότερης διάρκειας από τα πανεπιστημιακά και δίνουν έμφαση στην πρακτική της μετάφρασης.

Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην κατοχύρωση της μετάφρασης ως γνωστικού αντικειμένου, εξακολουθεί να τίθεται από πολλούς το ερώτημα:   μπορεί να είναι αυτοδίδακτος ο μεταφραστής ή πρέπει να είναι εκπαιδευμένος. 

Οι υπέρμαχοι της άποψης ότι ο μεταφραστής μπορεί ακόμη και σήμερα να είναι αυτοδίδακτος επικαλούνται το γεγονός ότι επί αιώνες οι μεταφραστές, που γνωρίζουν τις γλώσσες στις οποίες κινούνται, αγαπούν τη δουλειά τους και συχνά είναι εξαρχής ειδικοί σε έναν τομέα ή εξειδικεύονται σταδιακά, διεκπεραιώνουν το έργο τους χωρίς τη συμβολή της θεωρίας ή της αναλυτικής μεθοδολογίας. Γιατί, λοιπόν, χρειάζεται η σπουδή του αντικειμένου, όταν η τριβή στη δουλειά, και συνεπώς η πείρα, είναι το ζητούμενο;  Επειδή –απαντά η άλλη πλευρά– ο σημερινός επαγγελματίας κατά κανόνα κινείται πλέον μεταξύ διαφορετικών κειμενικών ειδών και βρίσκεται αντιμέτωπος με την πίεση του χρόνου, συνεπώς δεν έχει περιθώριο να μάθει σιγά σιγά τη δουλειά, στην πορεία της∙ πρέπει να είναι εφοδιασμένος με γνώσεις, τις οποίες θα χρησιμοποιήσει στην πράξη, αλλά και με εργαλεία (ηλεκτρονικά λεξικά, μεταφραστικές μνήμες κ.λπ.). Επίσης, έχοντας σπουδάσει μετάφραση, γνωρίζει πώς θα κινηθεί σε θέματα έρευνας γύρω από το θέμα της μετάφρασής του, μπορεί με ευκολία να επιλέξει τη μεταφραστική προσέγγιση που θα ακολουθήσει, είναι εξοικειωμένος με τα διαφορετικά είδη μεταφραστικών προβλημάτων (π.χ. ορολογία, πολιτισμικά στοιχεία, καλολογικά στοιχεία κ.ά) και μπορεί να επιλέξει την καταλληλότερη μέθοδο για την αντιμετώπισή τους, ξέρει πώς να επιμεληθεί τη μετάφρασή του και, κυρίως, τι είδους μεταφραστικά εργαλεία πρέπει να χρησιμοποιήσει για να ανταποκριθεί με επάρκεια στο έργο του. Με άλλα λόγια, έχοντας σπουδάσει, ξέρει πώς να αντιμετωπίσει τη μετάφραση επιστημονικά. Επίσης, μετά την κατοχύρωση των μεταφραστικών σπουδών και του επαγγέλματος, πλέον η αγορά εργασίας δύσκολα δίνει ευκαιρίες σε αυτοδίδακτους ανθρώπους.

Ο αυτοδίδακτος μεταφραστής είναι ο μεταφραστής του παρελθόντος. Ο σημερινός μεταφραστής, για να έχει γερές βάσεις ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του μέλλοντος, θα πρέπει να επιδιώκει να υπάρχουν τα εξής στοιχεία στην εκπαίδευσή του:

  • Εξοικείωση με την ιστορία και τις βασικές σχολές θεωρίας της μετάφρασης
  • Καλή γνώση της μεθοδολογίας έρευνας και τεκμηρίωσης (έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, πηγές στο Διαδίκτυο κ.ά.)
  • Στέρεη μεθοδολογία αντιμετώπισης των μεταφραστικών προβλημάτων που θα αντιμετωπίσει
  • Πρακτική εξάσκηση στη μετάφραση κειμένων διαφορετικών τομέων (επιστημονικά, τεχνολογικά, οικονομικά, λογοτεχνικά κείμενα, κείμενα από τις ανθρωπιστικές και τις κοινωνικές επιστήμες)
  • Γνώση των μεταφραστικών τεχνολογιών (μεταφραστικές μνήμες, μηχανική μετάφραση, τοπική προσαρμογή λογισμικού και ιστότοπων)
  • Καθοδήγηση σε θέματα επαγγελματικής δεοντολογίας και προώθησης, έναρξης επαγγέλματος και εισόδου στην αγορά εργασίας.

Ορισμένα από αυτά τα στοιχεία (η εξειδίκευση σε γνωστικούς τομείς, η γνώση των μεταφραστικών τεχνολογιών) καθώς και οι παράμετροι που διαμορφώνουν το εργασιακό περιβάλλον (για παράδειγμα, η παγκοσμιοποιημένη αγορά) είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσουν βασικές προϋποθέσεις για το μεταφραστή του μέλλοντος.

Η Κωνσταντίνα Τριανταφυλλοπούλου (BA, Athens / MA, Essex) είναι Διευθύντρια Σπουδών του Κέντρου Εκπαίδευσης Μεταφραστών meta|φραση.

Η Κωνσταντίνα Τριανταφυλλοπούλου σπούδασε Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι κάτοχος του ΜΑ in Literary Translation του Πανεπιστημίου του Essex. Έχει μετεκπαιδευτεί σε θέματα διδασκαλίας της Μετάφρασης στο Πανεπιστήμιο της Γρανάδας και σε θέματα Νέων Τεχνολογιών στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης. Εργάζεται ως καθηγήτρια αγγλικής γλώσσας και ως επαγγελματίας μεταφράστρια από το 1988 και διδάσκει Μετάφραση από το 1991 (αρχικά στο Βρετανικό Συμβούλιο και από το 2001 στη meta|φραση). Έχει εκπαιδεύσει περισσότερους από 1.300 σπουδαστές μετάφρασης. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Μεταφραστών και της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφρασεολογίας.